Η σχέση μεταξύ μητέρας/ φροντιστή- βρέφους, είναι η πιο σημαντική σχέση ζωής του βρέφους - και μελλοντικού ενήλικα- . Η μητέρα/φροντιστής αποτελεί το σημείο κατατεθέν του κατά πόσο το βρέφος θα βιώσει την αποδοχή του ή την απόρριψη του από τη μητέρα (και αργότερα από τη κοινωνία) σύμφωνα με τα «σήματα» που χρησιμοποιεί το βρέφος, με σκοπό να εμπλακεί μαζί του.
Ο δεσμός μητέρας/φροντιστή – βρέφους, ονομάζεται προσκόλληση. Η προσκόλληση είναι ο θετικός συναισθηματικός δεσμός που αναπτύσσεται ανάμεσα στο παιδί και στο άτομο που το φροντίζει. Σκοπός της προσκόλλησης είναι το βρέφος να αισθάνεται ασφάλεια κοντά στο άτομο και ανακούφιση σε στιγμές αναστάτωσης.
Πιο συγκεκριμένα, το μωρό μπορεί να κλαίει ή να κάνει γκριμάτσες για κάτι που ενδεχομένως το ενοχλεί. Η άμεση ανταπόκριση του φροντιστή και το χάδι είναι αυτά τα οποία θα το ηρεμήσουν από την ένταση, δημιουργώντας παράλληλα μια σχέση επικοινωνίας. Έτσι το μωρό, εάν νιώθει χαρά, φόβο ή αν πεινάει γνωρίζει αν μπορεί να στηριχθεί στη μητέρα του/ φροντιστή, με βάση την προηγούμενη εμπειρία. Αυτή η σχέση θα καθορίσει τι εμπιστοσύνη και τι προσδοκίες θα έχει το παιδί για τον εαυτό του και το κοινωνικό του περίγυρο.
Αρχικά, τον ορισμό της προσκόλλησης τον εισήγαγε ο Bowlby ο οποίος τόνισε ότι το βρέφος έχει ανάγκη να αναπτύξει συναισθηματικό δεσμό με ένα πρόσωπο τα οποίο θα το προστατεύει από τον κίνδυνο και αργότερα θα είναι σε θέση να γίνεται όλο και πιο ανεξάρτητο. Μετέπειτα, η Mary Ainsworth «ενίσχυσε» τη θεωρία του Bowlby , εισάγοντας 3 μορφές προσκόλλησης (ασφαλή, αποφυγή, αμφίθυμη) οι οποίες διαμορφώνονται με βάση το δεσμό που έχει αναπτυχθεί ανάμεσα σε μητέρα/φροντιστή και βρέφος.
Η ασφαλής προσκόλληση, υφίσταται όταν ανάμεσα στη μητέρα/φροντιστή και το βρέφος υπάρχει ένας ισχυρός συναισθηματικός δεσμός, όπου ικανοποιούνται οι ανάγκες του μωρού και εκείνο νιώθει χαρά και ικανοποίηση. Όταν η τροφός δεν είναι κοντά στο μωρό εκείνο αναστατώνεται και ανακουφίζεται μόνο μόλις τη δει.
Η αποφυγή, είναι το είδος προσκόλλησης, όπου το παιδί δεν επιδιώκει να είναι κοντά στη μητέρα/ φροντιστή, όπως στο προηγούμενο είδος, αλλά και όταν η μητέρα/ φροντιστής φύγει και ξαναέρθει, το βρέφος δεν δείχνει καμία δυσφορία.
Η αμφίθυμη προσκόλληση παρατηρείται σε παιδιά τα οποία παρουσιάζουν αρνητικές και θετικές αντιδράσεις στη τροφό. Όταν η μητέρα/ φροντιστής φεύγει εκείνο αναστατώνεται, ενώ όταν επιστρέφει δείχνει πως θέλει να είναι κοντά της αλλά της το εκδηλώνει με θυμό.
Στο κομμάτι της προσκόλλησης, έπειτα από έρευνες εντοπίστηκε μια ακόμα κατηγορία που ολοκληρώνει το πείραμα της Ainsworth: η αποδιοργανωμένη- αποπροσανατολισμένη προσκόλληση. Το είδος αυτό εμφανίζει ασταθή, αντιφατική και συγκεχυμένη συμπεριφορά. Το παιδί μπορεί να τρέξει στη μητέρα/ φροντιστή μόλις τη δει, αρχικά μπορεί να δείξει ήρεμο και μετά να είναι θυμωμένο μαζί της.
Η σχέση αυτή μπορεί να οριστεί και ως το θεμέλιο των διαπροσωπικών σχέσεων του ατόμου σε όλη τη διάρκεια της ζωής του, διότι η ποιότητα της προσκόλλησης θα διαμορφώσει τις κοινωνικές του σχέσεις. Τα παιδιά με ασφαλή προσκόλληση είναι σε μεγάλο ποσοστό, εκείνα τα οποία έχουν περισσότερη κοινωνική και συναισθηματική επάρκεια στη ζωή τους. Βέβαια, υπάρχουν και περιπτώσεις όπου παιδιά τα οποία δεν έχουν βιώσει ασφαλή προσκόλληση στη βρεφική τους ηλικία, παρουσιάζουν καλή προσαρμογή στη ζωή τους με ικανοποιητική πορεία ανάπτυξης.
Ο ρόλος του γονέα-φροντιστή οφείλει να περιλαμβάνει την ευαισθησία στις ανάγκες και στις επιθυμίες του βρέφους και γενικότερα, να δημιουργεί ένα θετικό συναισθηματικό δεσμό μεταξύ του ίδιου και του βρέφους, καθώς αυτή η σχέση επηρεάζει την κοινωνική επάρκεια του βρέφους στην ενήλικη ζωή.
Να μη ξεχνάμε βέβαια ότι το πώς θα μεγαλώσουμε τα παιδιά μας, εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το δικό μας είδος προσκόλλησης που είχαμε με τους φροντιστές μας!
Ονομάζομαι Ζωή Παστού και είμαι τελειόφοιτη MSc Ψυχολογίας του University of East London. Είμαι μέλος στην Ελληνική Νευροψυχολογική Εταιρεία και εκπαιδεύομαι στη Συστημική Ψυχοθεραπεία. Παρακολουθώ και συμμετέχω σε συνέδρια και σεμινάρια ψυχολογίας, ειδικότερα στο κλάδο της ψυχολογίας παιδιού και εφήβου, όπου και στοχεύω στην εξειδίκευση μου πάνω σε αυτό το κλάδο. Αρθρογραφώ σε επιστημονικά site Ψυχολογίας, ενημερώνομαι και παρακολουθώ τις τελευταίες μελέτες στο κλάδο και συμμετέχω ενεργά σε ερευνητικά προγράμματα. Εργάζομαι σε σχολείο και η αγάπη μου για τα παιδιά ήταν το έναυσμα για τη συγκεκριμένη επιστήμη. Πιστεύω ακράδαντα πως «όταν πονάει η ψυχή, νοσεί και το σώμα» , γι΄αυτό και οι σπουδές μου στη Ψυχολογία με βοηθούν πολύ να κατανοήσω και να αντιμετωπίσω τα προβλήματα του κόσμου.
Comments