Όσοι έχουν έρθει σε επαφή με βρέφη θα έχουν παρατηρήσει πως ένα μωρό 2 ή 3 μηνών κάθεται ευχάριστα και χωρίς παράπονα σε όλες τις αγκαλιές. Ακόμα και σε ανθρώπους με τους οποίους έρχεται πρώτη φορά σε επαφή. Τα ίδια βρέφη, στον πρώτο χρόνο της ζωής τους παρουσιάζουν διαφορετική αντίδραση στις αγκαλιές. Δε θα καθίσουν εύκολα στην αγκαλιά μιας φίλης της μαμάς τους την οποία δε γνωρίζουν καλά. Σε αυτή την ηλικία, τα παιδιά γίνονται πιο ‘επιλεκτικά’ όταν έχουν να κάνουν με καινούργιους ανθρώπους και καταστάσεις.
Γιατί συμβαίνει αυτό; Τα βρέφη, περίπου στον 7ο μήνα της ζωής τους παρουσιάζουν άγχος αποχωρισμού. Το άγχος αποχωρισμού είναι ένα αναμενόμενο φαινόμενο, που συμβαίνει σε όλα τα βρέφη. Πρόκειται για το άγχος των βρεφών να αποχωριστούν τη μητέρα ή αυτόν που αναλαμβάνει τη βασική τους φροντίδα. Συνήθως κρατάει μέχρι και τα 2 πρώτα χρόνια. Συνδέεται άμεσα με τη θεωρία της προσκόλλησης.
Σύμφωνα με τη θεωρία της προσκόλλησης, τα βρέφη από τη στιγμή της γέννησής τους έχουν ανάγκη να προσκολληθούν σε ένα πρόσωπο (τις περισσότερες φορές τη μητέρα) προκειμένου να επιβιώσουν. Ο δεσμός που δημιουργείται από την προσκόλληση ανάμεσα στη μητέρα (ή βασικό φροντιστή) και το βρέφος είναι πολύ σημαντικός και καθοριστικός για τη μετέπειτα εξέλιξη του παιδιού. Αν για παράδειγμα ένα παιδί έχει ασφαλή δεσμό με τη μητέρα του, είναι πιθανό να μπορεί να την αποχωριστεί ευκολότερα από ένα άλλο παιδί το οποίο έχει δημιουργήσει μη ασφαλή δεσμό με τη μητέρα.
Πολλές φορές όμως, και παιδιά μεγαλύτερης ηλικίας παρουσιάζουν άγχος αποχωρισμού. Κάτι τέτοιο μπορεί να συμβεί όταν τα παιδιά αυτά αναγκάζονται να απομακρυνθούν από τους γονείς τους ενώ κανονικά δεν το συνηθίζουν. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η είσοδος του παιδιού στον παιδικό σταθμό ή στο νηπιαγωγείο.
Πώς εκδηλώνεται όμως το άγχος αποχωρισμού στα παιδιά προσχολικής ηλικίας; Ο πιο συνηθισμένος τρόπος εκδήλωσης του άγχους αποχωρισμού είναι το κλάμα. Πολλές φορές, βέβαια, τα παιδιά απλώς το εκφράζουν λεκτικά (π.χ. να μη φύγεις, δε θέλω να μείνω χωρίς εσένα, δε θέλω να πάω στο σχολείο κ.α.). Τα παιδιά με άγχος αποχωρισμού έχουν υπερβολικό άγχος ότι κάτι κακό θα συμβεί στους οικείους τους(π.χ. τη μητέρα ή τον πατέρα τους). Κατά συνέπεια μπορεί να έχουν εφιάλτες που αφορούν τον αποχωρισμό ενώ συχνά παραπονιούνται για σωματικά συμπτώματα όπως πονοκέφαλο ή πονόκοιλο.
Τι μπορούν να κάνουν όμως όσοι ασχολούνται με παιδιά τα οποία τυχαίνει να παρουσιάζουν άγχος αποχωρισμού;
Όσον αφορά τους γονείς, είναι καλό να νιώθουν οι ίδιοι άνετοι να αποχωριστούν για λίγο το παιδί. Ένα παιδί που παρουσιάζει άγχος αποχωρισμού μπορεί να έχει αγχώδεις γονείς. Δεν είναι λίγες οι φορές που οι γονείς δε μπορούν να αποχωριστούν τα παιδιά με αποτέλεσμα να δημιουργείται ένας μη ασφαλής δεσμός προσκόλλησης που να καταλήγει σε ‘σχέση εξάρτησης’. Επίσης, είναι πολύ σημαντικό να υπάρχει καλή επικοινωνία ανάμεσα στους γονείς και τα παιδιά. Οι γονείς πρέπει να μιλούν με ειλικρίνεια στα παιδιά, ώστε να υπάρχει εμπιστοσύνη και να ξέρουν πως μπορεί οι γονείς να λείπουν κάποιες ώρες αλλά θα επιστρέψουν μόλις τελειώσουν τη δουλειά τους.
Όσον αφορά τους εκπαιδευτικούς, σε πρώτη φάση είναι απαραίτητη η συνεργασία με την οικογένεια. Κάθε παιδί είναι διαφορετικό οπότε χρειάζεται και διαφορετικός χειρισμός. Ωστόσο, είναι καλό οι εκπαιδευτικοί να αντιμετωπίζουν με ευαισθησία τη συναισθηματική κατάσταση των παιδιών που βιώνουν άγχος αποχωρισμού. Είναι επίσης σημαντικό να είναι σε θέση να αντιλαμβάνονται τί χρειάζεται το κάθε παιδί. Μέσα στην τάξη, πολλοί εκπαιδευτικοί επιλέγουν να εντάξουν τα παιδιά με άγχος αποχωρισμού σε παρέες έτσι ώστε να μη νιώθουν μόνα και να δημιουργήσουν σχέσεις με τους συμμαθητές τους. Επίσης, παιχνίδια ρόλων και δραματοποιήσεις βοηθούν τα παιδιά να εξωτερικεύσουν τα συναισθήματά τους.
Για τα παιδιά είναι πολύ χρήσιμο να καταλάβουν πως αυτό που αισθάνονται είναι φυσιολογικό και έχει συμβεί και σε άλλους.
Αρκετές φορές όμως, το άγχος αποχωρισμού μπορεί να καταλήξει σε διαταραχή. Τότε, είναι απαραίτητη η συνεργασία με ειδικούς ψυχικής υγείας. Τα παιδιά που βιώνουν μη τυπικό άγχος αποχωρισμού παρουσιάζουν συχνά το συναίσθημα της λύπης ή και απάθεια. Συχνά αδυνατούν να συγκεντρωθούν σε δραστηριότητες ή ακόμα και στο παιχνίδι και προτιμούν να απομονώνονται. Όλα τα παραπάνω μπορεί να οδηγήσουν σε χαμηλές ακαδημαϊκές επιδόσεις. Τέλος, έχει παρατηρηθεί πως τα παιδιά με άγχος αποχωρισμού είναι πιο επιθετικά με τους συνομηλίκους.
Για να συνοψίσουμε όλα τα παραπάνω είναι καλό α) οι γονείς να είναι ήρεμοι, χαλαροί και να μην αγχώνονται οι ίδιοι ως προς τον αποχωρισμό με το παιδί τους έτσι ώστε να μη του το μεταφέρουν β) οι εκπαιδευτικοί να διαχειρίζονται με ευαισθησία το κάθε παιδί που παρουσιάζει άγχος αποχωρισμού, να συνεργάζονται αρμονικά με την οικογένεια και να βρίσκουν από κοινού την κατάλληλη λύση για το εκάστοτε παιδί.
Commenti